Μείζον ζήτημα το δημογραφικό – Επιτακτική ανάγκη εθνικής πολιτικής

“Καίρια συνδεδεμένο με τη θέση της γυναίκας είναι το ζήτημα της γεννητικότητας και της δημογραφικής εξέλιξης του πληθυσμού. Παρά τις κοινωνικές εξελίξεις, οι γυναίκες που από τη φύση τους έχουν την υπέρτατη αποστολή της γέννησης παιδιών και δημιουργίας οικογένειας και παίζουν τον πρωταρχικό ρόλο στην απόφαση αυτή, είναι εκείνες που φέρουν το κύριο βάρος της ανατροφής των παιδιών και εκείνες που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη τη στήριξη της Πολιτείας.

Για την Ελλάδα το δημογραφικό ζήτημα εξελίσσεται χωρίς καμία υπερβολή σε μείζον εθνικό πρόβλημα, σε απειλή για τον πληθυσμιακό και οικονομικό δυναμισμό της χώρας:

  • Ανατρέπει τον μακροπρόθεσμο πολιτικό και δημοσιονομικό σχεδιασμό.
  • Υποσκάπτει τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.
  • Δυσχεραίνει τον σχεδιασμό εκπαιδευτικής, εργασιακής και προνοιακής πολιτικής.
  • Μειώνει τις αμυντικές δυνατότητες και τη γεωπολιτική θέση της χώρας.

Το συμπέρασμα είναι κοινό: Ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώνεται, αλλά και γερνάει. Αν συνεχιστεί η σημερινή τάση ο πληθυσμός στη χώρα μας θα μειωθεί σε 8,3 εκατ. το 2050  και σε 7,3 εκατ. μέχρι το 2070!

Η δε μέση ηλικία του πληθυσμού που ήταν 26 έτη το 1951 θα είναι όλο και μεγαλύτερη και από 44 εκ. που είναι σήμερα θα αυξηθεί σε 5-8 εκ. το 2050. Επίσης οι προβλέψεις για το 2050 τοποθετούν τον πληθυσμό ηλικίας 20-69 ετών σε 4,8 -5,5 εκατομμύρια και τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό το 2050, σε 3-3,7 εκατ., από 4,7 εκ. το 2015. Δηλαδή ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός – από τα 7 εκ.  το 2015 – προβλέπεται να μειωθεί κατά 1-1,5 εκατομμύριο. Αυτό σημαίνει αύξηση ελλείμματος πάνω από ένα δισεκατομμύριο ευρώ ανά δεκαετία – δηλαδή 100 εκατ. ευρώ το χρόνο, για το ασφαλιστικό

Δύο είναι οι αιτίες της μείωσης του πληθυσμού και του δημογραφικού προβλήματος : Η υπογεννητικότητα και το αρνητικό μεταναστευτικό ισοζύγιο.

Η Ελλάδα έχει χαμηλό δείκτη γυναικείας γονιμότητας από τη δεκαετία του ’90. Μετά από πρόσκαιρη μικρή αύξηση γύρω στο 2010, ο δείκτης έχει υποχωρήσει κάτω από 1,3 παιδιά ανά γυναίκα, ενώ ο αναγκαίος για την ανανέωση του πληθυσμού είναι 2,1.

Σαν αποτέλεσμα , την περίοδο 2011-2016, οι θάνατοι ξεπέρασαν τις γεννήσεις κατά 115.479 άτομα (γεννήσεις 692.592 / θάνατοι 808.071), με αποτέλεσμα τη «φυσική» μείωση του πληθυσμού.

Οι αιτίες της υπογεννητικότητας είναι κυρίως οικονομικές. Συνδέονται άμεσα με την κρίση και την οικονομική ανασφάλεια, συνδέονται όμως και με τη μεταβολή του κοινωνικού και οικονομικού προτύπου, με το γεγονός ότι οι γυναίκες σπουδάζουν και εργάζονται, με αποτέλεσμα η μέση ηλικία απόκτησης πρώτου παιδιού να ξεπερνάει ήδη το 31ο έτος. Συνδέονται επίσης με την αύξηση των αμβλώσεων και των διαζυγίων.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΙΤΙΑ ΜΕΙΩΣΗΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΕΙΝΑΙ Η ΑΡΝΗΤΙΚΗ ΚΑΘΑΡΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ.

Έως το 2010, οι άνθρωποι που έρχονταν στην Ελλάδα ήταν περισσότεροι από εκείνους που την εγκατέλειπαν. Από το 2011 συνέβη το αντίστροφο. Και εκείνοι που φεύγουν είναι άνθρωποι σε παραγωγική ηλικία, στη μεγάλη τους πλειοψηφία νέοι και με επιστημονική εκπαίδευση ή πάντως με υψηλή εργασιακή εξειδίκευση: είναι το λεγόμενο brain drain που ζει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια.

Οι μετανάστες που έρχονται δεν είναι μόνο λιγότεροι. Πολλοί αντιμετωπίζουν την Ελλάδα ως προσωρινό ενδιάμεσο σταθμό μέχρι να μπορέσουν να μεταβούν στην κεντρική Ευρώπη. Και οι περισσότεροι έχουν περιορισμένη επαγγελματική κατάρτιση, με αποτέλεσμα αναλόγως περιορισμένες προσδοκίες συμβολής στην ελληνική οικονομία.

Το συνδυαστικό αποτέλεσμα της υπογεννητικότητας και του αρνητικού δείκτη μετανάστευσης είναι ότι, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της ΕΛΣΤΑΤ, μόνο το διάστημα 2011-2017 ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώθηκε κατά 355.000 άτομα.

Η αντιμετώπιση του προβλήματος δεν είναι απλώς αυτονόητη υποχρέωση του κράτους. Είναι και συνταγματική υποχρέωσή του από το άρθρο 21 παρ.5 του Συντάγματος. Το τι έκανε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ για να ανταποκριθεί σ’ αυτή τη συνταγματική υποχρέωση, σ’ αυτό το εθνικό καθήκον, περιγράφεται μονολεκτικά: …ΤΙΠΟΤΑ.

Η Νέα Δημοκρατία έχει θέσει την αντιμετώπιση του προβλήματος στους κεντρικούς στόχους της. Και υπογραμμίζει την ανάγκη και το επείγον ενός συντονισμένου και μακροπρόθεσμου προγράμματος. Αν η στρατηγική που έχει ως στόχο την αύξηση των γεννήσεων, την επιβράδυνση του ρυθμού γήρανσης και τον περιορισμό της αποδημίας, δεν εφαρμοστεί τώρα, το πρόβλημα θα μας εκδικηθεί στις επόμενες δεκαετίες.

Λέμε συντονισμένο πρόγραμμα, γιατί η αντιμετώπιση του δημογραφικού δεν αφορά αποκλειστικά τη γεννητικότητα. Ο περιορισμός της μετανάστευσης των νέων μπορεί να επιτευχθεί μόνο με μία οικονομία δυναμικά αναπτυσσόμενη και έναν αξιοκρατικό, λειτουργικό σύγχρονο κράτος. Αν οι γεννήσεις αυξηθούν λίγο, αλλά η μετανάστευση των νέων περισσότερο, δημογραφική βελτίωση δεν θα υπάρξει.

Ακόμη και η γεννητικότητα, ωστόσο, δεν συνδέεται μόνο με το κόστος γέννησης και ανατροφής ενός παιδιού. Με τα σημερινά κοινωνικά πρότυπα και με δεδομένο ότι οι σημερινές γυναίκες σπουδάζουν και εργάζονται, χρειάζεται ένα πλέγμα υποστηρικτικών δομών, που θα παρακινήσει τους νέους να κάνουν παιδιά γνωρίζοντας ότι αυτό δεν θα διαλύσει την επαγγελματική τους ζωή. Στην Ελλάδα μόνο το 9% των παιδιών κάτω των τριών ετών έχει πρόσβαση σε υποδομές φροντίδας, ενώ η Ε.Ε. έχει θέσει ως στόχο το ποσοστό αυτό να είναι 33% μέχρι το 2020.

Εκτός από τις υποστηρικτικές δομές στη νηπιακή και μετανηπιακή ηλικία, η γεννητικότητα απαιτεί και μεταγενέστερη βεβαιότητα των γονέων ότι η δημόσια εκπαίδευση και περίθαλψη θα καλύπτουν τις ανάγκες των παιδιών τους. Αν ξέρει κανείς  ότι θα χρειαστούν φροντιστήρια, σπουδές στο εξωτερικό και ιδιωτική ιατρική δαπάνη, οι αναστολές του να αποκτήσει περισσότερα παιδιά αυξάνονται.

Για τον λόγο αυτό, το πρόγραμμα της Ν.Δ. αντιμετωπίζει το δημογραφικό στο σύνολο των παραμέτρων του με τέσσερις κεντρικές κατευθύνσεις:

  • Μείωση του βάρους για την απόκτηση παιδιού.
  • Στήριξη των εργαζόμενων γονέων -κυρίως των γυναικών, αλλά και των μεγάλων οικογενειών.
  • Επιστροφή των νέων που έφυγαν από την Ελλάδα.
  • Και διαγενεακή αλληλεγγύη με κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου και θέσπιση σύγχρονου ασφαλιστικού συστήματος.

Μέσα στο γενικό αυτό πλαίσιο, η Ν.Δ. έχει εξαγγείλει και σειρά άμεσων μέτρων για την ενίσχυση της γεννητικότητας και της οικογένειας. Πρόκειται για μέτρα κοστολογημένα που μπορούν να εφαρμοστούν χωρίς κανένα δημοσιονομικό εκτροχιασμό. Τα θυμίζω:

  • Άμεση ενίσχυση 2.000 ευρώ για κάθε νέο παιδί το οποίο θα γεννιέται στην πατρίδα μας. Τα εισοδηματικά κριτήρια, που είναι εύλογο να υπάρχουν, θα αφορούν μόνο τα πραγματικά υψηλά εισοδήματα, όχι τη μεσαία τάξη.  Το κόστος αυτού του μέτρου δεν ξεπερνά τα 150 εκ. τον χρόνο, είναι δηλαδή το 1/4 από το …κοινωνικό μέρισμα το οποίο μοίρασε η Κυβέρνηση πέρυσι τα Χριστούγεννα.
  • Αύξηση του αφορολογήτου κατά 1.000 ακόμη ευρώ για κάθε παιδί. Έτσι, θα ωφεληθούν κυρίως οι πιο αδύναμοι, που σήμερα διστάζουν να κάνουν παιδιά. Αλλά και θα δοθούν πρόσθετα κίνητρα σε νέα ζευγάρια να τεκνοποιήσουν νωρίτερα από τα 30 χρόνια της γυναίκας, που είναι σήμερα η μέση ηλικία απόκτησης πρώτου παιδιού.
  • Υπαγωγή στον χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ όλων των βρεφικών ειδών και ειδών υγιεινής πρώτης ανάγκης για τις γυναίκες.
  • Παιδικοί σταθμοί για όλα τα Ελληνόπουλα. Κάθε οικογένεια που το παιδί της δεν θα βρίσκει θέση σε δημοτικό σταθμό θα λαμβάνει κουπόνι ύψους 180 ευρώ για 10 μήνες το χρόνο ώστε να επιλέγει εκείνη το σταθμό που προτιμά.
  •  Ελεύθερη επιλογή της γυναίκας να ορίσει εκείνη τον χρόνο της άδειας εγκυμοσύνης και λοχείας.
  • Αύξηση, σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους, της άδειας για τις μονογονεϊκές οικογένειες και επέκταση της προστασίας από απόλυση σε 24 μήνες αντί των 18 μετά τον τοκετό.
  • Ειδικά προγράμματα κατάρτισης για όσους επιστρέφουν στην εργασία μετά από διακοπή για την ανατροφή των παιδιών.
  • Σταδιακή εφαρμογή διετούς υποχρεωτικής προσχολικής αγωγής και ενίσχυση του θεσμού των ολοήμερων σχολείων.
  • Επαναφορά των ποσών επιδότησης προς τις τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες, που περιέκοψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
  • Εγκαίνια προγράμματος που εφαρμόζεται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.  Λέγεται «βοήθεια στην εργαζόμενη μητέρα», ή όπως ονομάζεται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες «Νταντά της γειτονιάς».  Είναι ένα πρόγραμμα μέσω του οποίου οι γυναίκες – ή και γιατί όχι και άνδρες – θα πιστοποιούνται να αναλαμβάνουν την φύλαξη παιδιών προσχολικής ηλικίας, τις ώρες που εργάζονται οι νέες μητέρες.

Η Νέα Δημοκρατία δεν εξωραΐζει τα πράγματα. Αυτά τα μέτρα δεν θα αποδώσουν σε ένα μήνα, ούτε σε ένα χρόνο. Η επί 40 χρόνια χαμηλή γονιμότητα έχει δημιουργήσει μια μικρότερη αριθμητικά γενιά γυναικών. Ακόμα κι αν οι γυναίκες αυτές αποκτήσουν περισσότερα παιδιά, θα πρέπει να περάσουν 25-30 χρόνια, ώστε η αύξηση των γεννήσεων να δημιουργήσει τη γενιά, που θα ενταχθεί στην αγορά εργασίας και με την απασχόληση και τις εισφορές της στο ασφαλιστικό σύστημα να συμβάλει στη στήριξή του.

Αν όμως δεν γίνουν όλα αυτά ΣΗΜΕΡΑ, αύριο η κατάσταση θα είναι χειρότερη – και η αναστροφή της ακόμη δυσκολότερη, αν όχι αδύνατη. Διακυβέρνηση σημαίνει να ανιχνεύει και να αντιμετωπίζει κανείς εγκαίρως τα σοβαρά προβλήματα. Αυτό κάνει η Νέα Δημοκρατία. Έρχεται για να κυβερνήσει – να εξυγιάνει και να διοικήσει αποτελεσματικά. Και γι’ αυτό αναλύει τα ζητήματα και ενημερώνει τους πολίτες. Δεν υπόσχεται ψεύτικα θαύματα, για να αρπάξει την εξουσία και να απολαύσει τους καρπούς της, όπως οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.

ΟΧΙ:

  • Στα ψέμματα, τις κίβληλες υποσχέσεις, απάτη, αυταπάτη
  • Στη δημευτική φορολογική πολιτική
  • Στο Διχασμό  και τη ρητορική του μίσους και της ταξικής διαίρεσης
  • Στη περιφρόνηση της ιστορικής μνήμης και της εθνικής συνείδησης των ελλήνων

ΝΑΙ:

  • Στη συνθήκη αλήθειας με τους πολίτες
  • Στο σεβασμό των κοινοβουλευτικών αρχής και της Δημοκρατίας
  • Σε ένα κράτος δικαίου και κοινωνικής αλληλεγγύης
  • Σε ίσες ευκαιρίες προς όλους
  • Σε ενιαία εθνική πολιτική με υπευθυνότα και συναίνεση.

Η καταστροφή του τόπου έχει ημερομηνία λήξης, Την επαύριο των εκλογών. Και η αναγέννηση έχει ονοματεπώνυμο: Νέα Δημοκρατία!”.