Στην εκπομπή του Τ. Χατζή και του Δ. Βερύκιου στον Alpha Radio (21/5/2021)

Στην ραδιοφωνική εκπομπή του Τ. Χατζή και του Δ. Βερύκιου συζητήσαμε για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό: Πότε επιτρέπεται, με υπουργική απόφαση αλλά και την περίπτωση της ΕΜΑΚ.

Με δεδομένη την επαρκή πληροφόρηση από τους αρμόδιους φορείς δεν μπορείς να είσαι αρνητής για να είσαι αρνητής. Πρέπει να υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ή αντενδείξεις. Η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού πρέπει να είναι το έσχατο μέσο.

Ο δια της βίας εμβολιασμός προσκρούει στον πυρήνα του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης, που είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο. Ως ιατρική πράξη, προϋποθέτει συναίνεση του ατόμου. Όμως, σε ειδικές ομάδες πληθυσμικές, επαγγελματιών, θα μπορούσε να επιβληθεί υποχρεωτικότητα, όπως έχει κρίνει και πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ.

Αναφερόμενη και στην πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που αποφάνθηκε ότι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός είναι αναγκαίος σε μια δημοκρατική κοινωνία, τόνισε ότι «Αυτή η απόφαση υποστηρίζει τη δυνατότητα μιας εμβολιαστικής υποχρέωσης υπό όρους, στο πλαίσιο της πανδημίας Covid-19. Σε συνδυασμό με τον νόμο που ισχύει στην Ελλάδα (4675/20), που προβλέπει ότι κατ’ εξαίρεση, για τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας επιτρέπεται με υπουργική απόφαση ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, ως έκτακτο μέτρο, για συγκεκριμένη ομάδα του πληθυσμού».

Εφερε ως παράδειγμα τους εκπαιδευτικούς, τους υγειονομικούς, ανθρώπους που εργάζονται σε μεγάλα ξενοδοχεία, σε μεγάλα κέντρα εστίασης, όπου υπάρχει μεγάλος κίνδυνος διάδοσης του ιού.

Σχολιάζοντας τυχόν αντιπαραθέσεις που μπορεί να προκληθούν μεταξύ εργοδοτών και εργαζόμενων, τόνισε: «Έχει ποινική ευθύνη ο εργοδότης που δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα αποτροπής ή αποκλεισμού της μετάδοσης του ιού και το αποτέλεσμα ήταν νόσηση εργαζόμενού του που ενδεχομένως να οδηγηθεί στον θάνατο».

«Είναι ιερή υποχρέωση και του εργοδότη και των πολιτών, στην περίπτωση που δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν – και δεν μιλάω για τις ειδικές ομάδες επαγγελματιών που ενδεχομένως να έχουν ιδιαίτερη ευθύνη και ιερή αποστολή, όπως είναι οι υγειονομικοί – μιλάω για τους πολίτες που ενδεχομένως να φοβούνται ή να έχουν υποκείμενα νοσήματα και να μην επιθυμούν να εμβολιαστούν. Πρέπει να το δηλώσουν. Πρέπει ενδεχομένως να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα, το οποίο σημαίνει συνεχής επαγρύπνηση, προκειμένου μη γίνουν η αιτία μετάδοσης. Σε κάθε περίπτωση, θα μπορούσε ενδεχομένως σε μια πολύ μεγάλη εταιρεία, που μπορεί να υπάρχει μεγάλος κίνδυνος, να μπουν περιορισμοί ή μετάθεση του συγκεκριμένου υπαλλήλου σε κάποια άλλη υπηρεσία που να μην υπάρχει κίνδυνος», συμπλήρωσε.

Με δεδομένη την επαρκή πληροφόρηση από τους αρμόδιους φορείς «δεν μπορείς να είσαι αρνητής για να είσαι αρνητής. Πρέπει να υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ή αντενδείξεις», τόνισε η κ. Καλαντζάκου.

Όπως είπε, ένας γιατρός που αρνείται να εμβολιαστεί, «μπορεί να μπει σε διαθεσιμότητα ή να μεταταχθεί σε άλλο πόστο, όπως, για παράδειγμα, η πρόσφατη απόφαση της Πυροσβεστικής (σ.σ.: για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό της ΕΜΑΚ)».

Στην περίπτωση της ΕΜΑΚ, αρκεί η απόφαση του επικεφαλής της Πυροσβεστικής, χωρίς να υπάρξει σχετική υπουργική απόφαση; 

«Εγινε μια παραίνεση και δόθηκε μια προθεσμία. (…) Ο ανώτερος αξιωματικός διευκρίνισε ότι η ΕΜΑΚ συμμετέχει στον ευρωπαϊκό μηχανισμό πολιτικής προστασίας και πρέπει να είναι σε ετοιμότητα να συμμετέχει σε αποστολές, όπου κριθεί αναγκαίο κι ως εκ τούτου πρέπει το προσωπικό της να είναι εμβολιασμένο. (…) Βεβαίως, σύμφωνα με το γράμμα του νόμου, προβλέπεται η κατ΄εξαίρεση υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, με υπουργική απόφαση».

Συμπλήρωσε ότι και στις περιπτώσεις που προανέφερε (υγειονομικοί, εστίαση, τουρισμός, εκπαιδευτικοί), χρειάζεται υπουργική απόφαση, «που θα καθορίζει το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Ενδεχομένως, δηλαδή, για την εστίαση ή τον τουρισμό, το καλοκαίρι. Είναι προσωρινό μέτρο. Εκεί καθορίζονται και οι συνέπειες (π.χ. διαθεσιμότητα ή μετάταξη)».

Ακούστε όλη τη συζήτησή μας: